Sunday
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ TON
ΓΙΩΡΓΟ- ΙΚΑΡΟ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗ
ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «SUNDAY»
[2006]
1. Πότε θυμάσαι να πρωτοάκουσες και ποιο τραγούδι του Μπομπ Ντύλαν;
Το 1975, στον Βόλο, αυτήν την τότε υπέροχη πόλη. Ήταν το “One more cup of coffee” από το άλπμουμ “Desire”.
2. Τι σου έκανε εντύπωση;
Η βραχνή, σπαρακτική και, συνάμα, ειρωνική φωνή, η ενορχήστρωση, ένα απίθανο βιολί που σε διαόλιζε, η διάθεση ν’ ανάψω τσιγάρο πάραυτα και να γίνω μανιώδης καπνιστής έκτοτε, ένα αεράκι ελευθερίας, μια μαγεία που ήταν τότε ανεξιχνίαστη~ και παραμένει.
3. Ο Ντύλαν γράφει τραγούδια σαράντα χρόνια σχεδόν με περάσματα από ένα ύφος σε άλλο, περπατώντας μάλλον σε πολλούς δρόμους. Το έργο του και η πολυτάραχη ζωή του δεν ήταν μάλλον ένα πράγμα, ή τελικά είναι;
Είναι! Κάθε μεγάλος καλλιτέχνης ουσιαστικά εκφράζει την στιγμή, το κάθε δευτερόλεπτο μπροστά του, τα πάθη και τις προσηλώσεις του. Ο Ντύλαν αυτό κάνει τόσες δεκαετίες, λέει ό,τι νιώθει, και το λέει ακέραια, κρίσιμα, με έναν τρόπο που μας κάνει κοινωνούς, συνένοχους, συμπότες, συνταξιδιώτες. Ταξίδι είναι η Τέχνη, συνενοχή είναι η Μουσική.
4. Τον παρακολουθείς τόσα χρόνια. Γιατί σου αρέσει;
Με σαγηνεύει, με ξετρελαίνει, μου δωρίζει άλλοθι για να είμαι ωραίο κάθαρμα χωρίς πολλούς ενδοιασμούς. Προσφέρει ένα φωτοστέφανο σε έναν πείσμονα αμαρτωλό, μιαν άλω αγιότητας σε έναν μανιακό κακούργο της καθημερινής ζωής. Δεν είναι και λίγο, ω, όχι, δεν είναι διόλου λίγο!
5. Κάποιοι λέμε ότι οι στίχοι του είναι ποιήματα. Ποιο είναι για σένα το δυνατό επιχείρημα που το αποδεικνύει;
Ο συνδυασμός λεκτικών παιγνίων και άμεσων εικόνων. Κάτι που έχουμε να απολαύσουμε από την εποχή του Σαίξπηρ.
6. Έχει κατηγορηθεί ουκ ολίγες φορές ότι από κάποιον κάτι πήρε, ένα στίχο, μια ιδέα.
Και λοιπόν; Ποιος μεγάλος δημιουργός δεν έχει κατηγορηθεί από τους αξιοθρήνητους πυγμαίους, από τους ιλαρούς νάνους;
7. Το ότι έχει πει πολλές φορές ο ίδιος ότι έχει διαβάσει πολλή λογοτεχνία και όχι μόνο, δεν είναι τυχαίο ότι από ένα Ουαλό ποιητή, τον Ντύλαν Τόμας, πήρε το όνομά του, ούτε το ότι διάβασε από Ρεμπώ και Τολστόι μέχρι Θουκυδίδη. Νομίζεις ότι επέδρασε καθοριστικά αυτό στο έργο του και πώς;
Βεβαίως! Διαβάζοντας, βρίσκει κανείς τους δικούς του, τα γκαρντάσια του, αυτούς που του κάνουνε παρέα όταν πέφτει η νύχτα και όταν ο περίπατος γίνεται γλυκιά αλήθεια του έσω σεβντά του, του πιο ευατένιου εαυτού του. Ο Ντύλαν είχε την καλογουστιά να διαβάσει τους καλύτερους. Κι αυτό τον έκανε καλύτερο, όμοιό τους κι αδελφό τους.
8. Έχοντας διαβάσει την αυτοβιογραφία του, βλέποντας το ντοκιμαντέρ που έφτιαξε για αυτόν ο Σκορτσέζε τι θυμάσαι πιο έντονα απ’όλα;
Την αγάπη του για τη Νέα Υόρκη! Το ότι έμεινε εκεί, έμεινε σε ό,τι τον καθόρισε όταν, πιτσιρικάς, ήρθε σε επαφή με το ωραίο, το μεγάλο, και το αληθινό, και δεν άλλαξε, έκτοτε, ρότα.
9. Ποιο ήταν το ζητούμενό σου όταν μετέφραζες τους στίχους για την έκδοση του βιβλίου που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ;
Να μην προδώσω ούτε δευτερόλεπτο την ευγμνωμοσύνη μου για τα όσα καλά και λυτρωτικά άρπαξα απ’ τον Ντύλαν. Να μην ξεχάσω πώς παλλόμουν, πώς αγαπούσα, πώς ερωτευόμουν στα δεκαπέντε και στα δεκάξι μου, να μην πάψω να έχω αδιάκοπα στο μυαλό μου την Μόνικα, τον Γιάννη, την Μάνια, τον Βασίλη, την Αννίτα, και όλα τα άλλα παλικάρια του Βόλου, που άκουσαν κάποτε, και συνεχίζουν ν’ ακούν, μαζί μου τον Ντύλαν.
10. Μεταφράζοντας έμπαινες πιο βαθιά στο εργαστήρι της ποιητικής του; Πώς ήταν;
Κόλαση και Παραδεισος! ‘Ετσι, αυτό, ναι, έτσι και αυτό, Κόλαση και Παράδεισος ήταν!
11. Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία;
Το να απέχω από το ποτό, να μην απολαμβάνω όσο θα ήθελα το αγαπημένο μου ιρλανδέζικο ουίσκι.
12. Δουλεύοντας για το βιβλίο αυτό, ανακάλυψες πράγματα που δεν ήξερες πριν παρόλο που μάλλον έχεις ακούσει πολλές φορές όλα του τα τραγούδια;
Ανακάλυψα, και εδώ οφείλω πάλι να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στον Ντύλαν, και να ευχαριστήσω τις εκδόσεις Ιανός, ότι μπορώ ακόμη να θυμάμαι κάτι παμπάλαια ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια της νιότης μου, καθώς και να παίζω με τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας.
13. Στιχουργικά ποιο θεωρείς το αριστούργημά του; Ο πρόσφατος δίσκος του, πώς σου φάνηκε;
Το “Like a Rolling Stone”. Από τα σπουδαιότερα άσματα όλων των εποχών. Φυσικά, θεωρώ αριστούργημα την τελευταία του δουλειά.
14. Δεν ακούστηκε πολύ στην Ελλάδα, στα ραδιόφωνα . Λάθος κάνω; Τι νομίζεις πως φταίει;
Δεν κάνεις λάθος. Απλώς, και το έχω ξαναπεί δημοσίως, το ελληνικό ραδιόφωνο σήμερα έχει τα χάλια του. Είναι αίσχος και ντροπή να είμαστε εκτός ραδιοφώνου ρέκτες σαν εμένα, τον Θοδωρή Μανίκα, τον Κώστα Γεωργίου. Αίσχιστο αίσχος και ντροπώτατη ντροπή! Πάλι καλά που υπάρχει ο Πετρίδης ακόμη, πάλι καλά!
15. Εκτός από Μπομπ Ντύλαν, τι άλλο ακούς πολύ; Ακούς μουσική και όταν γράφεις δικά σου κείμενα; Τα λόγια έχουν μουσική;
Τους... συναδέλφους: Λεονάρδο Κοέν, Βαν Μόρισον, Νηλ Γιανγκ, Τομ Γουέιτς, Νικ Κέιβ. Και πάντα, τζαζ και κλασική.
16. Αγαπάς τη μουσική, το γράψιμο, την ποίηση, το σκάκι από μικρός και κάποτε μπήκε στη ζωή σου το μποξ. Αυτό πάλι πώς χώρεσε δίπλα στα άλλα; Είναι το «ζειν επικινδύνως» στην πράξη; Όλα μεταξύ τους έχουν σχέση;
Αυτή η ιστορία με το μποξ είναι λίγο παραμύθι, για το οποίο όμως δεν ευθύνομαι εγώ. Έχω σπασμένη μύτη, τσακισμένο πλευρό, και άλλες απώλειες, αλλά ο υπεύθυνος είναι ένας παλιόφιλος απ’ την εφηβεία και τον Βόλο. Το σκάκι, άλλωστε, είναι πολύ πιο επικίνδυνη μανία από την πυγμαχία. Πάντως, ναι, όλα έχουν μια σχέση μεταξύ τους, όλα έχουν να κάνουν με την μουσική και τη χορογραφία της καθημερινής ζωής μερικών ανθρώπων που ήξεραν, και ξέρουν ακόμη, να συνδυάζουν την περιπέτεια της ποίησης με την ποίηση της περιπέτειας,
17. Το τραγούδι του Ντύλαν που έχεις ακούσει τις περισσότερες φορές;
Το “It ain’t me, babe”.
18. Το τραγούδι που δεν θα έλειπε από ένα πρόγραμμα που έκανες ως dj;
Το “Knockin’on Heaven’s Door”, δεν θα έλειπε! Ποτέ!
19. Ο στίχος του που σε παίδεψε περισσότερο;
Το “This Wheel’s on Fire”, που το έκανα, ύστερα από πολύ βάσανο, πολλή σκέψη, πολλά ουίσκι, «Βρέχει Φωτιά Στ’ Αμάξι Μου».
20. Τι του ζηλεύεις πιο πολύ;
Την Σούζι Ρότολο, μια παλιά, παμπάλαιά του ερωμένη, όταν έκαναν βόλτες παρέα, αμέριμνοι, ανέμελοι, ανεπρόκοποι στην τότε Νέα Υόρκη!